ευδοκιμια

ευδοκιμια
    εὐδοκιμία
     Plat. = εὐδοκίμησις См. ευδοκιμησις

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ευδοκιμια" в других словарях:

  • εὐδοκιμίᾳ — εὐδοκιμίᾱͅ , εὐδοκιμία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευδοκιμία — εὐδοκιμία, ή (ΑΜ) [ευδόκιμος] 1. η ευδοκίμηση («μήτ εἴς τινας ὠφελείας ἐπιστημῶν βλέψαντες μήτε τινὰς εὐδοκιμίας», Πλάτ.) 2. ευτυχής έκβαση …   Dictionary of Greek

  • εὐδοκιμίας — εὐδοκιμίᾱς , εὐδοκιμία fem acc pl εὐδοκιμίᾱς , εὐδοκιμία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐδοκιμίαν — εὐδοκιμίᾱν , εὐδοκιμία fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»